πεσσῶν

πεσσῶν
πεσσός
oval-shaped stone for playing draughts
masc gen pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • πέσσων — πέσσω Acut. (Sp.) pres part act masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πεσσευτικός — και πεττευτικός, ή, όν, Α [πεσσεύω] 1. ο σχετικός με το παιχνίδι τών πεσσών 2. καλός παίκτης τών πεσσών 3. (το θηλ. εν. και το ουδ. εν. και πληθ. ως ουσ.) ἡ πεττευτική, τὸ πεττευτικόν, τὰ πεττευτικά το παιχνίδι τών πεσσών …   Dictionary of Greek

  • Παλαμήδης — I Πρόσωπο της ελληνικής μυθολογίας, γιος του Ναυπλίου και της Κλυμένης, αδελφός του Οίακα και του Ναυσιμέδοντα. Ο σχετικός με τον Π. μύθος αναπτύχθηκε ανεξάρτητα από τα ομηρικά ποιήματα. Στις αρχές του Τρωικού πολέμου συμμετείχε στις πρεσβείες… …   Dictionary of Greek

  • κίονας — Ένα από τα κύρια στοιχεία των απλών ορθοστατικών κατασκευών. Μπορεί να έχει διάφορες μορφές και διαστάσεις, αλλά γενικά αποτελείται από τρία μέρη, τη βάση, τον κορμό και το κιονόκρανο (εκτός από τον δωρικό κ., ο οποίος δεν έχει ιδιαίτερη βάση).… …   Dictionary of Greek

  • μεταπεσσεύω — (ΑΜ, Α αττ. τ. μεταπεττεύω) 1. κινώ ή μεταθέτω, όπως στο παιχνίδι τών πεσσών, μετακινώ 2. μεταβάλλω («ἦγεν ὡς ᾑρεῑτο πάντα καὶ μετεπέττευεν», Νικ. Χων.). [ΕΤΥΜΟΛ. < μετ(α) * πεσσεύω «αλλάζω τη θέση τών πεσσών»] …   Dictionary of Greek

  • πεσσικός — και πεττικός, ή, όν, Α [πεσσός] 1. αυτός που έχει σχέση με το παιχνίδι τών πεσσών 2. το θηλ. ως ουσ. ἡ πεττική το παιχνίδι τών πεσσών …   Dictionary of Greek

  • Pessar — Ein Pessar (von lat. pessare „eindringen“, griechisch πεσσων „spalten“) ist ein Medizinprodukt, welches in die Vagina oder die Gebärmutter eingelegt wird. Inhaltsverzeichnis 1 Therapeutische Pessare 2 Pessare zur Empfängnisver …   Deutsch Wikipedia

  • PESSULUS — Graece πάσσαλος, quam vocem ἀπὸ τῶ πεσσῶι nonnulli infeliciter deducunt: nihil enim πεσσοὶ muliebres commune habent cum pessulo, voce eâ Graecâ a similitudine πεσσῶν fictâ. Sunt autem πεσσοὶ saxeae pilae partim rotundae, partim quadratae, sed ut… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • Νέμεα — Κωμόπολη (υψόμ. 320 μ., 4.249 κάτ.), στην πρώην επαρχία Κορινθίας του ομώνυμου νομού. Χτισμένη στις δυτικές κλιτύες του Προφήτη Ηλία, είναι το εμπορικό και αγροτικό κέντρο της εύφορης περιοχής της, της οποίας κύριο προϊόν είναι το κρασί, για το… …   Dictionary of Greek

  • Νεμέα — Κωμόπολη (υψόμ. 320 μ., 4.249 κάτ.), στην πρώην επαρχία Κορινθίας του ομώνυμου νομού. Χτισμένη στις δυτικές κλιτύες του Προφήτη Ηλία, είναι το εμπορικό και αγροτικό κέντρο της εύφορης περιοχής της, της οποίας κύριο προϊόν είναι το κρασί, για το… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”